Κορινθιακά αγγεία

Η Κόρινθος αποτέλεσε ένα από τα παλαιότερα και μεγαλύτερα κέντρα κεραμικής παραγωγής στην αρχαία Ελλάδα. Τα κορινθιακά εργαστήρια δραστηριοποιούνται καθόλη τη γεωμετρική περίοδο και δέχονται «ανατολίζουσες» επιδράσεις ήδη από το τελευταίο τέταρτο του 8ου αι. π.Χ. Η παραγωγή γραπτών αγγείων αναπτύχθηκε στη διάρκεια του 7ου και στο α΄ μισό του 6ου αι., αλλά μειώθηκε κατά πολύ προς το τέλος του 6ου αι. π.Χ., κάτω από την πίεση του ανταγωνισμού των αττικών εργαστηρίων. Η διακόσμηση των αγγείων της Κορίνθου αρχικά επηρεάστηκε κυρίως από την Ανατολή και κυρίαρχο στοιχείο της είναι η ζωφόρος με παραστάσεις ζώων ή μυθικών όντων, ενώ, με το πέρασμα των χρόνων, οι σκηνές από την καθημερινή ζωή και το μύθο γίνονται όλο και πιο συχνές. Τις παραστάσεις συμπληρώνουν διάφορα διακοσμητικά μοτίβα, όπως ρόδακες ποικίλων σχημάτων και μεγεθών ή πλοχμοί με ανθέμια και άνθη λωτού. Στα εργαστήρια της Κορίνθου χρωστά η αρχαία ελληνική αγγειογραφία την επινόηση της μελανόμορφης τεχνικής, η οποία υιοθετήθηκε και σε άλλες περιοχές, ενώ τελειοποιήθηκε έναν αιώνα, περίπου, αργότερα στα αττικά εργαστήρια. Οι ερευνητές εντάσσουν τη δράση των κορινθιακών κεραμικών εργαστηρίων σε δύο μεγάλες περιόδους με χρονικές υποδιαιρέσεις: Πρωτοκορινθιακή περίοδος (περ. 720-625 π.Χ.) και Κορινθιακή περίοδος (περ. 610-535 π.Χ.), με μία Μεταβατική περίοδο ανάμεσα τους (625-610 π.Χ.). Η διάκριση αυτή γίνεται κυρίως με βάση τον τρόπο απόδοσης των παραπληρωματικών κοσμημάτων και τα θέματα των παραστάσεων, ενώ τα σχήματα των αγγείων παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ίδια, αν και παρατηρούνται κάποιες διαφοροποιήσεις από την Πρωτοκορινθιακή στην Κορινθιακή περίοδο ως προς την εμφάνιση νέων σχημάτων ή παραλλαγών τους.