Μιμήσεις αττικών αγγείων

Η καλή ποιότητα των αττικών αγγείων, τα οποία έφταναν στην περιοχή μέσω του εμπορίου, ενέπνευσε τα τοπικά κεραμικά εργαστήρια, με αποτέλεσμα να αντιγράψουν τόσο τα σχήματα όσο και τη διακόσμησή τους. Μία ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν ορισμένα αττικά αγγεία, τα οποία ίσως κατασκευάζονταν από αποίκους ή μετανάστες κεραμείς, οι οποίοι ήρθαν και εργάστηκαν μόνιμα ή προσωρινά στο βορειοελλαδικό χώρο. Βασικό τους γνώρισμα είναι ότι είχαν μάθει την κεραμική τέχνη που ασκούσαν, πριν εγκατασταθούν εδώ, στα εργαστήρια της Αθήνας, από όπου και τη μετέφεραν. Υπάρχουν, βέβαια, και αγγεία που εμφανίζουν ομοιότητες με τα αττικά, άλλοτε περισσότερες και άλλοτε λιγότερες, τα οποία είναι έργα εγχώριων κεραμέων, οι οποίοι, ως επί το πλείστον, πρέπει να είχαν μάθει την κεραμική τέχνη στο βορειοελλαδικό χώρο. Τα αγγεία αυτά κάλυπταν τις ανάγκες για κεραμική πολυτελείας στις περιοχές παραγωγής τους, συναγωνιζόμενα κατά κάποιον τρόπο τα εισαγόμενα αττικά αγγεία.

Για παράδειγμα, στον αρχαίο οικισμό της Σίνδου, βρέθηκαν ανοιχτά αγγεία μικρού μεγέθους, τα οποία μιμούνται κυρίως σχήματα που κατασκευάζονταν στην Αθήνα αρχικά ως μελαμβαφή και έπειτα ως άβαφα. Τα ντόπια, μελαμβαφή και άβαφα, αγγεία αντιγράφουν πιστά τα αττικά προϊόντα, τα οποία άλλωστε κυκλοφορούσαν ευρέως στην περιοχή. Συγκεκριμένα, οι λοπάδες κατάγονται από την αττική αβαθή χύτρα, διαφοροποιούνται, όμως, στη διαμόρφωση του χείλους και έχουν μικρότερο ύψος, ενώ βρέθηκαν και λεκανίδες με τροπίδωση, το σχήμα των οποίων συναντάται στην Κόρινθο και στην Αθήνα. Από το νεκροταφείο του οικισμού προέρχονται τα εξής παραδείγματα: αβαφής χύτρα από τις επιχώσεις του νεκροταφείου με εξωστρεφές χείλος, πολύ κοντό λαιμό και ενιαίο σφαιρικό σώμα με απλή βάση και κάθετη ταινιωτή λαβή˙ αυτό το σχήμα αποτελεί δάνειο από την Αττική και δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά από τα αττικά πρότυπα. Στον Τάφο 94 βρέθηκε οινοχόη με συνεχές προφίλ, εχινόμορφο χείλος, ωοειδές σώμα και γκρίζο υάλωμα με απλή επίπεδη βάση, η οποία αποτελεί μία ντόπια παραλλαγή του γνωστού αττικού τύπου της οινοχόης, της οποίας η λαβή δεν φύεται από το χείλος αλλά από το λαιμό και χρονολογείται στο 560–550 π.Χ. Από τον Τάφο 83 προέρχεται φιαλίδιο, το οποίο έχει εσωστρεφές χείλος, ημισφαιρικό σώμα και δακτυλιόσχημη βάση, ενώ στο σημείο μετάβασης από το σώμα στη βάση υπάρχει κοίλη διαμόρφωση, και καλυπτόταν με μελανό υάλωμα. Πιθανά πρότυπα αποτελούν τα αττικά φιαλίδια του τέλους του 6ου αι. π.Χ. Επίσης, από τον Τάφο 61 προέρχεται καλαθίσκος με βάση σε σχήμα σπείρας και με τοιχώματα που διευρύνονται σχεδόν διαγωνίως προς τα πάνω. Το σχήμα αυτό κατασκευαζόταν και στην Αθήνα με κάθετο μέτωπο εξωτερικά. Αττικά παραδείγματα του β΄ μισού του 6ου αι. π.Χ., που πλησιάζουν το σχήμα του αγγείου αυτού της Σίνδου, είναι γνωστά από την Ταύχειρα.

Όσον αφορά τη μίμηση της διακόσμησης των αττικών αγγείων, είναι γνωστά από θέσεις της Χαλκιδικής μεμονωμένα μελανόμορφα αγγεία του 6ου αι. π.Χ., τα οποία φαίνεται ναι είναι «ντόπια» με εμφανείς αττικές καταβολές. Επίσης, σε πολλές θέσεις του Θερμαϊκού κόλπου έχουν βρεθεί μελανόμορφοι κιονωτοί κρατήρες, που χρονολογούνται στο β΄ μισό του 6ου αι. π.Χ. και παρουσιάζουν στιλιστικές και εικονογραφικές αναλογίες με το κεραμικό εργαστήριο του Λυδού και το Ζ. του Λούβρου F6. Χαρακτηριστικά των κρατήρων αυτών είναι η έλλειψη πλακιδίων στις λαβές και η απεικόνιση αιγάγρων και υδρόβιων πτηνών και στις δύο όψεις. Μία υπόθεση είναι ότι πιθανόν παράγονταν σε κεραμικό εργαστήριο σε μία περιοχή του Θερμαϊκού κόλπου (π.χ. στην υπό αττική επιρροή Ραίκηλο, σημερινή περιοχή της Περαίας Θεσσαλονίκης), στο οποίο δούλευαν κεραμείς που πρέπει να είχαν μαθητεύσει στον αττικό Κεραμεικό και πιο συγκεκριμένα στο εργαστήριο του Λυδού. Πολλοί τέτοιοι κιονωτοί κρατήρες βρέθηκαν στο νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής και σε άλλες θέσεις της Μακεδονίας. Ακόμη, ένα τοπικό κεραμικό εργαστήριο με εμφανείς αττικές επιδράσεις δραστηριοποιήθηκε κατά τους υστεροαρχαϊκούς χρόνους και στην περιοχή της Αιανής. Από την περιοχή αυτή προέρχονται αγγεία, των οποίων η διακόσμηση και η τεχνική, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο, φαίνεται να είναι αττική, το σχήμα, όμως, παραπέμπει στην τοπική παράδοση.

Γενικά, στους αρχαϊκούς χρόνους είναι εμφανής η επίδραση των μεγάλων εργαστηρίων της Κορίνθου και της Αττικής και στα σχήματα και στη διακόσμηση των τοπικών αγγείων στους οικισμούς του Θερμαϊκού κόλπου. Στους κλασικούς, όμως, χρόνους είναι αναμφισβήτητη η υιοθέτηση και η αντιγραφή των αττικών σχημάτων, που κυκλοφορούσαν ευρύτατα στην περιοχή.